Wednesday, July 13, 2005

Αναζητώντας το τέλειο ριφ



H εκδίκηση της ξανθιάς *


“Tired of being blonde
Tired of running around with the usual guys and gals
Tired of being blonde
Tired of all the platinum frustration….”

Η φωνή της Carly Simon έχει κολλήσει σα σιλικόνη στο μυαλό μου εδώ και δυό βδομάδες.Στέγνωσε.Επηξε.Έκλεισε κάθε διέξοδο.Παρακαμπτήριοι σε αναζήτηση , μάταια.

Την πρώτη νύχτα που συναντηθήκαμε ήμασταν οι δυό μας. Μόνοι. Την είδα μόλις άναψα το φως . Δεν ξέρω αν την ξάφνιασε η αταίριαστη για την ηλικία μου τόλμη αλλά μόλις την προσέγγισα στο ένα μέτρο με σαφείς προθέσεις ,άνοιξε όλα τα χαρτιά της : δεν ήταν εύκολη λεία για νωθρούς κι αγουροξυπνημένους μεσήλικες.Θεώρησα το γεγονός μεμονωμένο και επέστρεψα στο κρεβάτι βέβαιος πως είχε –απλώς-χάσει το δρόμο της.
Κολακεύτηκα όταν την επόμενη βραδιά συνοδευόταν κι από μια φίλη της.Eίτε ως δείγμα ανδρός ή εξελιγμένου νοήμονος όντος , τα παράσημα τα πρόβαρα κιόλας στο ξεχειλωμένο φανελάκι.Δεν ήμουν και πολύ σίγουρος για αυτό που έβλεπα-τα μάτια μου προσπαθούσαν ακόμη να προσαρμοστούν στο άγριο φως-αλλά η καινούρια έμοιαζε περπατημένη , δεν είχε το άγχος της πρωτάρας που προβάρει δωδεκάποντο.
Και οι δυό μαζί βγάζαν θράσος , μόνο η τσίχλα έλειπε από τα στόματά τους αλλα και για αυτό δεν μπορούσα να είμαι βέβαιος..με το που έκανα το πρώτο βήμα εγκατέλειψαν τον πάγκο. Αναβόσβησα το φως δυο τρεις φορές με ενδιάμεσα κενά των δύο λεπτών. Ψυχή.
Αρχισα να πιστεύω πως τα πράγματα ήταν σοβαρά όταν ξημερώματα Δευτέρας ήρθε για επίσκεψη όλο το αναμορφωτήριο θηλέων μαζί. Ξαπλωμένες νωχελικά σε κάθε γωνιά της κουζίνας ,προκλητικές στα πιο στρατηγικά σημεία των καναπέδων , στις καλύτερες θέσεις του σαλονιού, μοιάζαν να ετοιμάζουν το έδαφος για την επόμενη μέρα : δεν τους έφτανε η απλή αναγνώριση , θέλαν και τα στοιχεία μου σε πιο προσωπικές στιγμές…...δοκίμασα την συνταγή αυτοπροστασίας…Κυριακάτικη εφημερίδα με όλα τα ένθετα…άργησα…Τις κατάπιε όλες η νύχτα .Άφησα ανοιχτό το φως για μισή ώρα. Τίποτε.
Για έναν παντρεμένο ήταν θέμα γοήτρου αλλά και τιμής κι έτσι η επόμενη μέρα ήταν μέρα παγίδας.Σ αυτό το σπίτι τίποτε δεν μπορούσε να αφεθεί στην τύχη.Τα δολώματα ετοιμάστηκαν με την δέουσα ιεροτελεστία : έντεκα crissini , μια πρέζα τρίμματα Parmiggiano Regiano ( δεν θα δώσουμε λαβή για σχόλια σε άγνωστα θηλυκά ) , μια γωνιά τσαλακωμένο zwan , ένα λερωμένο με μαρμελάδα σμέουρο κουτάλι , ένα πιάτο με τα απομεινάρια μια μέρας –κοτόπουλο με lime- και ένα ώριμο βερύκοκο κομμένο στη μέση.Όλα με το διακριτικό άγγιγμα της άοσμης ανάσας που αυτοδιαφημιζόταν σαν ο ultimate blonde killer….
Η κουζίνα πήρε χρώμα , ήταν καιρός να πάρει και ζωή. Οι ώρες μέχρι να βγεί το φεγγάρι πέρασαν βασανιστικά αργά. Σηκώθηκα από το κρεβάτι περπατώντας στα ακροδάχτυλα. Σύρθηκα πρηνηδόν μέχρι τη γωνία , ανέβασα χωρίς αναπνοή το χέρι μέχρι το διακόπτη και …κλικ…
….καμία έκπληξη…όλες –κι άλλες τόσες-ήταν εκεί , θαρρείς και περίμεναν τους προβολείς να πέσουν πάνω τους. Όλες εκεί μα μακριά από το τραπέζι που με τόση σκηνογραφική μαστοριά έστησα. Αδιάφορες για το μικρό πάρτυ καλωσορίσματος , σαν έτοιμες από καιρό για τη μεγάλη ζωή , ομάδες των πέντε είχαν ακροβολιστεί σε κάθε γωνιά με –προφανή-κατεύθυνση τα υπνοδωμάτια. Η σωτηρία της ψυχής τους είχε σχέδια και σ’ αυτά οι ένοικοι ήμασταν οδοφράγματα που έπρεπε να ισοπεδωθούν. Αν ,πάλι , ποθούσαν απλώς το ήδη πλαδαρό κορμί μου , δεν έφταιγαν σε τίποτε οι αθώοι του σπιτιού.. ήμουν έτοιμος να απαρνηθώ τα πάντα για να τους σώσω απ την ταπείνωση..

Το σχέδιο "τυροκομικά" αποδείχθηκε τραγικά άστοχο και πήρε στον τάφο μαζί του κι άλλα…άλλωστε δεν θα έκανα πλούσια τα τυράδικα της πόλης ψάχνοντας για το τέλειο όπλο. Όσες άλλες λύσεις δοκίμασα τόσες απογοητεύσεις εισέπραξα : στο μπωλ με τα κορνφλέικς (άλλη μια αποτυχημένη τακτική ) δοκίμαζαν με επιτυχία απόκρυψη-παραλλαγή , στις ναρκοθετημένες περιοχές στο δρόμο προς τα δωμάτιά μας εφαρμόστηκε η από αέρος μεταφορά, ξωτικά πανούργα …δεν το είχα σκεφτεί , αναγκάστηκα να ανοίξω τη σχετική βιβλιογραφία για να πλουτίσω τις γνώσεις μου και διαβάζοντας πάγωσα απ’ τον τρόμο : πετούσαν στ’ αλήθεια. O Αννίβας όχι μόνο ήταν έξω απ’ τις πόρτες αλλά κάποιος τις είχε ξεχάσει και ορθάνοιχτες.
Όσο οι νύχτες περνούσαν και η επίθεση δεν ερχόταν –ψυχολογικός πόλεμος αποτελεσματικός, αν κρίνω από την αυξημένη συνταγογράφηση lexotanil της τελευταίας εβδομάδας-μια άρρωστη σκέψη φιλοξενήθηκε στο ταραγμένο μυαλό μου : αν οι ορδές που αυξάνονταν και συγκεντρώνονταν για την τελική έφοδο κάθε βράδυ ήταν οι αναλώσιμοι , τα πρώτα θύματα κάθε μεγάλης επίθεσης , τότε πού ήταν Ο Στρατηγός ;Πως έστελνε τόσες και τόσες θυσία στο άγνωστο, σπονδή νυχτερινή, λιμιτ απ στις μετοχές του εγώ μου ;
Ογδοντατέσσερα ευρώ η τελευταία κατάθεση ψυχής σε αναζήτηση του νυχτερινού μου Graal , ο κατάλογος σχεδιασμένος με επιμέλεια , υπομονή , ώρες επιμονής και τις πρώτες σταγόνες μίσους να κυλάνε στο χαρτί σφραγίζοντας τις τελικές αποφάσεις.
Οι εξοπλισμοί δεν ήταν πανάκεια. Απαγόρευσα στα παιδιά να κοιμούνται με ανοιχτό το στόμα , τους έβαλα φραγή εισερχομένων στα εντυπωσιακά όνειρα για να μη δίνω αφορμές , έβαλα σοφά σχεδιασμένες παγίδες στις πόρτες τους, στα παράθυρα, δίπλα στα μαξιλάρια τους, μέσα στις παντόφλες τους.
Επιστράτευσα παλιά Κινέζικα μάγια και ξεχασμένες τεχνικές των Σκυθών , αρχαίες τελετές των Ναβάχο και περίπλοκα κόλπα των φαβέλας , οι άμυνες περιλάμβαναν ακόμη και ανάρτηση πινακίδας «μην ενοχλείτε» , γέμισα κόλλα τους σωλήνες της θέρμανσης, της ύδρευσης, της αποχέτευσης ..ως και στα καλαμάκια του φραπέ έβαλα.
Ψέκασα με κολώνια απ το τελεμάρκετινγκ τα ντουλάπια της κουζίνας , άλειψα με πούδρα τα χερούλια , σφράγισα με ταινία τα συρτάρια . Άφησα σημείωμα πάνω στο τραπέζι , σκόρπισα-δήθεν τυχαία-πολεμικές κάρτες των pokemon και εξώφυλλα του Cosmopolitan , ένα velvet touch 13 της Revlon και το Nude Gold 83 της L’Oreal.
Μόλις τέλειωσα σταυροκοπήθηκα.Μετά από αυτά ούτε το ιππικό….
Δεν άνοιξα φως το βράδυ,σκεπάστηκα μέχρι τα φρύδια με το σεντόνι σφιχταγκαλιάζοντας τα παιδιά και περίμενα ν’ακούσω το σάλπισμα της εφόδου,τους αρειανούς να επιτίθενται , τον Μωάμεθ τον πορθητή να στέκεται σκυθρωπός με μάτι και σπαθί να γυαλίζουν από πάνω μας…δεν άνοιξα φως και δεν έκλεισα μάτι.
Με το πρώτο φως μέτρησα ογδονταεφτά κουφάρια.Κάθε διαμετρήματος,κάθε κοινωνικής τάξης,κάθε ηλικίας,κάθε απόχρωσης του ξανθού.Ο Στάλιν θα’ταν περήφανος για μένα.Εγώ όχι.Αφήνω ίχνη πίσω , ευδιάκριτα ακόμη και για ερασιτέχνες μελετητές της ιστορίας. Αφήνω ίχνη αλλά όχι και παρακαταθήκες. Ούτε κι οι πιο απελπισμένοι στρατηλάτες δεν θα καταδεχτούν να βαδίσουν πάνω στα χνάρια μου…
Ογδονταεφτά και ούτε ένα γαλόνι..μα που είναι Ο Στρατηγός ;Που είναι κρυμμένος ο Τζεγκις Χαν των υδροροών , ο Πάτον των αποχετεύσεων , ο φον Κλαούζεβιτς του διαμερίσματος 13 ;Πού αναπαύεται το θηρίο , η ξανθιά γίγας , το wonderbra των wonderbra , η Λίλιθ της κουζίνας μας ;Από ποια κερκόπορτα θα ξεπροβάλλει η φριχτή πανοπλία της , ποιάς Αμαζόνας το όνομα θα έχει σφετεριστεί ;
Πού είναι επιτέλους η Zena των ξανθιών όλου του κόσμου ;

Απόψε άδειασα μια δωδεκάδα δαιμονοπαγίδες στις πύλες εισόδου.Οτι σκόρδο και άρωμα υπήρχε στα ράφια το επιστράτευσα.Ψέκασα με επιμέλεια που ένας αρωματοποιός θα ζήλευε.Δεν άφησα γωνιά απάτητη,εκατοστό παραπονεμένο,χιλιοστό ορφανό.

Kάθομαι καλά προφυλαγμένος με τη μάσκα θαλάσσης πίσω από τον καναπέ και αφουγκράζομαι κάθε ύποπτο ήχο.Εβγαλα το ψυγείο από τη πρίζα για να μη διακόπτει τις σκέψεις μου.Με τριανταπέντε βαθμούς έξω-η πιο ζεστή νύχτα τα τελευταία πενήντα καλοκαίρια-σφράγισα μπαλκονόπορτες και έσβησα το κλιματιστικό.Οργάνωσα τις αναπνοές μου όπως ο Σουμάχερ τους ανεφοδιασμούς του.Περίμενα….

H Μητέρα όλων των μαχών, το Κράκεν και η Φύλγια των Σκανδιναβών, Κήτη και Μέδουσες, το θυμωμένο Τένγκου, η τρικέφαλη Χίμαιρα, όλα τα τέρατα από καταβολής κόσμου παραμέρισαν για να διαβεί αυτή …τη στιγμή που εμφανίστηκε ξεψυχώντας, μόλις που μπόρεσα να τη διακρίνω μέσα από τα θολωμένα τζάμια..

Προσπάθησα να φωνάξω αλλά ο σωλήνας στο στόμα μου έβγαλε ένα μουντό χωρίς ψυχή ήχο…

Πέταξα τη μάσκα έντρομος , δεν ήξερα αν αυτό που είδα ήταν αλήθεια..

Πεσμένη στο πάτωμα , με την πλάτη κολλημένη στα λερωμένα μάρμαρα , τα πόδια ορθάνοιχτα και τις κεραίες να ξεψυχάνε , η μεγάλη ξανθιά κοιτούσε ανέκφραστη το κενό…..δεν θα’ταν μεγαλύτερη από τρεις πόντους-πέντε με τις κεραίες σε έκταση-και έμοιαζε συμφιλιωμένη με το τέλος που την είχε ήδη πάρει απ’το πόδι..ηταν τόσο μα τόσο ψεύτικη,τόσο μικροκαμωμένη και αδύναμη μπροστά μου που σχεδόν με μάλωσα για τις υπερβολικές – εν τέλει – μεθόδους μου…

Κι απ’αυτή την εύθραυστη ύπαρξη , που μόλις και μετά βίας ρούφαγε τις τελευταίες ανάσες που της απέμεναν , η φωνή που ξεπήδησε –όλο λαγνεία- μου σήκωσε κάθε τρίχα που με αυταπάρνηση δεν με είχε εγκαταλείψει :

«Guess she decided she’d been too long away from her roots
she wasn’t crazy , she wasn’t mad
she just knew in her heart they had drained her of all that she had
she was tired of being blonde “

Τη νύχτα που πάτησα τα σαρανταπέντε….μια φυσική ξανθιά με αναλογίες ζηλευτές,
τραγουδούσε γυμνή, ξαπλωμένη απέναντί μου σε –τελευταία- ιδιωτική προβολή…

Για τριάντα μόλις δευτερόλεπτα ….


* στην babe in total control of herself και στον γείτονα για την αξιοζήλευτη αντοχή τους στις web κακουχίες

1 Comments:

Blogger Caperucita Roja 2005 said...

Paul Verlaine

Chanson pour elles


Ils me disent que tu es blonde
Et que toute blonde est perfide,
Même ils ajoutent " comme l'onde ".
Je me ris de leur discours vide !
Tes yeux sont les plus beaux du monde
Et de ton sein je suis avide.

3:45 PM  

Post a Comment

<< Home